Στον Πλαταμώνα με τρένο οι Λαρισαίοι τις δεκαετίες ‘60 και ‘70

Τέλη της δεκαετίας του 1970 στον σταθμό του Πλαταμώνα (φωτ. του Adam Yamey από το διαδίκτυο)

Πρόσφυγες, όμηροι, αιχμάλωτοι, κατοχικές εικόνες. Συνηθισμένες εκφράσεις για τους εκδρομείς της Κυριακής, από τη Λάρισα στον Πλαταμώνα, με τρένο. Δεκαετίες του 1960 και 1970! Σήμερα, μία φωτογραφία από αυτές τις «επικές» σιδηροδρομικές μετακινήσεις θεωρείται και είναι γραφική. Γελάς και δε στενοχωριέσαι, αλλά νοσταλγείς. Πολύ περισσότερο, όταν γνωρίζεις ότι δεν πρόκειται να επαναληφθεί. Ο Σιδηροδρομικός Σταθμός του Πλαταμώνα υπάρχει πλέον μόνο ως κτίσμα και το περιβάλλον τριγύρω έχει αλλάξει ριζικά και οριστικά.

Μια ιστορική φωτογραφία από τον κοσμοπλημμυρισμένο πολύπαθο σταθμό και ένα ρεπορτάζ της «Ε» στις 4 Ιουλίου 1969 ήταν η αφορμή για ν’ ασχοληθούμε. Τίτλος: «Η μεγάλη εκδρομική κίνησις κατά τας Κυριακάς και οι ΣΕΚ-Διατί ταλαιπωρείται τόσον το κοινόν». Αφιέρωμα λοιπόν, με σεβασμό, λεπτότητα, ενσυναίσθηση, σ’ εκείνους τους «μπαρουτοκαπνισμένους», από την κάπνα της ατμομηχανής, εκδρομείς. Οι οποίοι με «ηρωισμό» έπεφταν μετά στα νερά του Πλαταμώνα για να ξεπλυθούν. Οι Λαρισαίοι ανακάλυψαν από τα χρόνια του Μεσοπολέμου τον Πλαταμώνα και στη «Μικρά» της 28ης Απριλίου 1920 [1] διαβάζουμε: «Ο πέραν του Παπαπουλίου παραθαλάσσιος σταθμός του σιδηροδρόμου Λαρίσης-Θεσσαλονίκης «Πλαταμών» με την θαυμασίαν τοποθεσίαν του, τα δροσερά νερά και τας άλλα φυσικάς καλλονάς του, προς δε και το μαγευτικόν Φρούριόν του, ήρχισε συγκεντρώνων τας Κυριακάς αρκετόν κόσμον εκ της πόλεώς μας».
Μία ώρα διαρκούσε η διαδρομή. Οι σταθμοί κατά σειρά: Γυρτώνη, Ελάτεια, Ευαγγελισμός, Τέμπη, Αγία Παρασκευή, Ραψάνη-Πυργετός, Παπαπούλι, Πλαταμώνας. Οι Νέοι Πόροι δεν είχαν δημιουργηθεί ακόμη. Φθηνό εισιτήριο, πολύς κόσμος, ασφυκτικά γεμάτα και με όρθιους τα τρένα, ειδικά τις Κυριακές. Συν γυναιξί και τέκνοις. Πολύ δύσκολος ο έλεγχος των εισιτηρίων από τους υπαλλήλους. Καθυστερήσεις στο ανεβοκατέβασμα τέτοιου πλήθους.

Δεν ήταν μόνο ο Πλαταμώνας. Η στάση της Αγίας Παρασκευής πάντα είχε κόσμο. Τα παράθυρα ανοιχτά, οι κουρτίνες ανέμιζαν από τον δυνατό αέρα, έτοιμες να αποξηλωθούν.

Στις δύο παλιές σήραγγες των Τεμπών τα πάντα σκοτείνιαζαν ξαφνικά και οι καπνοί της ατμομηχανής κατέκλυζαν τα βαγόνια και μαύριζαν πρόσωπα. Η μυρωδιά του κάρβουνου γινόταν πιο έντονη. Τα κέρματα έπεφταν βροχή από τα παράθυρα, μόλις το τρένο έβγαινε στο φως, ακριβώς πάνω από το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής.

Όταν ο θόρυβος καταλάγιαζε από την ατμομηχανή που στάθμευε, για να ανεβοκατέβουν επιβάτες, κατακλύζονταν η περιοχή από τους ήχους των τζιτζικιών, αλλά και των πουλιών.

Τότε, εμφανίζονταν οι μικροπωλητές κάτω από τα παράθυρα με σύκα κι άλλα φρούτα. Οι στάσεις συνεχείς και ξανά ο βαρύς ήχος της μηχανής, για να αποκτήσει και πάλι το τρένο ταχύτητα. Ατμοί παντού, συριγμοί. Ιεροτελεστία. Κάπου μέχρι αρχές της δεκαετίας του 1970 ξεχώριζαν μέσα στον Πηνειό, στην Κοιλάδα των Τεμπών, απομεινάρια της ιστορικής ανατίναξης του γερμανικού τρένου από τον Βρατσάνο και τους αντάρτες του Μηχανικού Ολύμπου του ΕΛΑΣ. Τότε, οι νεολαίοι δε γνώριζαν και πολλά πράγματα. Τα έμαθαν όταν μεγάλωσαν. Τα απομεινάρια του τρένου ανελκύστηκαν κάποια στιγμή και η ιστορία ξεθώριασε κάπως.

Η προσμονή της θάλασσας αυξάνονταν. Μετά το Παπαπούλι (για χρόνια ο τελευταίος σιδηροδρομικός σταθμός της Ελλάδας, πριν την κατεχόμενη από τους Οθωμανούς Μακεδονία), όλοι έβλεπαν ή νόμιζαν ότι έβλεπαν το γαλάζιο της θάλασσας του Πλαταμώνα, μύριζαν την αρμύρα. Επόμενο σπρωξίδι η αποβίβαση και ο αγώνας να βρεθεί κάποια σκιά στην παραλία, πριν από τους άλλους. Η βασική ακτογραμμή για κολύμπι ήταν από την εκκλησία μέχρι τη βίλα Μοσκώφ ή τη σήραγγα κάτω από το κάστρο. Εκεί γίνονταν και οι δοκιμασίες θάρρους, ποιοι θα καταφέρουν να περάσουν τη σήραγγα μέχρι τα κάμπινγκ, πριν περάσει το τρένο. Κυρίως από νεανικές παρέες, οι οποίες με τα χρόνια αυξάνονταν.

Στις 31 Ιουλίου 1951 η «Ε» πανηγύριζε, επειδή μπήκε λάμπα λουξ έξω από το κτίριο του σταθμού Πλαταμώνα, ώστε να διευκολύνονται οι επιβάτες, όταν έρχονται οι αμαξοστοιχίες!

Αλλά το άναμμα του φωτός γινόταν μόνο 5 λεπτά πριν έρθει το τρένο και 5 λεπτά μετά, και η εφημερίδα ζητούσε να μένει αναμμένο για δύο ώρες. Στις 17 Ιουλίου 1966 η «Ε» κατέγραψε συμβάν, μέσα στην Κοιλάδα των Τεμπών, που πανικόβαλε τους επιβάτες. Άρχισε να βγαίνει καπνός από βαγόνι και κάποιος τράβηξε εγκαίρως το σήμα κινδύνου, την τελευταία στιγμή πριν αρχίσουν οι επιβάτες να πηδούν από τα βαγόνια. Στο ρεπορτάζ της 4ης Ιουλίου 1969 της «Ε» καταγράφεται ότι κάθε Κυριακή εκδράμουν με τρένο στον Πλαταμώνα 1.800 έως 2.000 επιβάτες. Πολλοί, για να επιστρέψουν κάπως πιο ανθρώπινα από τον Πλαταμώνα, παίρνουν το μεσημβρινό οτομοτρίς του τακτικού δρομολογίου Θεσσαλονίκης-Λάρισας, αντί να πάρουν το απογευματινό εκδρομικό. Όλοι είχαν την ίδια ιδέα και ο συνωστισμός ήταν ακόμα πιο μεγάλος, επειδή τα βαγόνια ήταν μόλις δύο. Πολύ σπρωξίδι και καθυστερήσεις. Κάτι σαν αυτά που βλέπουμε και σήμερα με τα τρένα π.χ. στην Ινδία ή κι αλλού. Οι εκδρομείς περίμεναν το τρένο κυριολεκτικά καθισμένοι δίπλα ή πάνω στη σιδηροδρομική γραμμή. Αγώνας σώμα με σώμα η επιβίβαση και αγωνία, στις πολυμελείς οικογένειες ή παρέες, αν ανέβηκαν όλοι! Παντού όρθιοι στους ασφυκτικά γεμάτους διαδρόμους. Δεν υπήρχε πάντα οπτική επαφή και το μάθαιναν, αν έφτασαν όλοι, στον Σιδηροδρομικό Σταθμό Λάρισας! Οι υπόλοιποι με το επόμενο, αν υπήρχε…

Το σκηνικό επαναλαμβανόταν κάθε Κυριακή, για πολλά καλοκαίρια, αφού τα τρένα και η χωρητικότητά τους ήταν συγκεκριμένα. Ρουτίνα οι διαμαρτυρίες φορέων και της «Ε», ρουτίνα και οι απαντήσεις της διοίκησης των σιδηροδρόμων, αλλά ουσιαστικά τίποτα δεν άλλαζε. Περισσότερα τρένα, δεν έμπαιναν… Ακόμη και αυτή η κυριακάτικη και σίγουρη ταλαιπωρία, για τους νεολαίους ήταν ίσως διασκέδαση και αυτό που λέμε σήμερα «must». Έτσι, όμως, ειδικά για τη Λάρισα, απέκτησαν επαφή με τη θάλασσα, γενιές νέων ανθρώπων. Πριν γίνουν δρόμοι και αυξηθούν τα αυτοκίνητα, οπότε «άνοιξαν» για τους πολλούς και τα παράλια του Νομού Λάρισας, με προεξάρχοντα τον Αγιόκαμπο.

[1]. Εφημερίδα «Ελευθερία», 27 Αυγούστου 1949, στήλη «Περασμένα και αξέχαστα-Το χρονικό της παλιάς Λάρισας» του Βάσου Καλογιάννη.

Στιγμές που πέρασαν στην ιστορία, με τους Λαρισαίους να αναμένουν το τρένο στον Πλαταμώνα (από το ρεπορτάζ της «Ε» στις 4 Ιουλίου 1969)
Τέλη της δεκαετίας του 1970 στον σταθμό του Πλαταμώνα (φωτ. του Adam Yamey από το διαδίκτυο)

Πηγή: «ΑΡΧΕΙΑ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΣ ΤΗΣ ΛΑΡΙΣΑΣ» του δημοσιογράφου Ευάγγελου Ρηγόπουλου / eleftheria.gr

Προηγούμενο άρθροΡωτήσαμε την τεχνητή νοημοσύνη να μας πει “Ποια είναι η καλύτερη παραλία στο Νομό Λάρισας”
Επόμενο άρθροΗ εφημερίδα “Ελευθερία” Λάρισας αλλάζει χέρια. – Δήλωση της Δανάης Δημητρακοπούλου και του Ομίλου Φιλιππάκη